Ομιλία του καθηγητού John P. Anton στο Διεθνές Συμπόσιο «Επιστήμη, Τεχνολογία και Ανθρώπινες Αξίες» υπό την αιγίδα της Ακαδημίας Αθηνών, 2-4 Μαΐου, 2007. Μετάφραση από το αγγλικό κείμενο.
Θα ήθελα να προλογίσω την ομιλία μου με μία παρατήρηση για το νόημα που έχουν οι αρετές ως ανθρώπινες αξίες και ως άριστα επιτεύγματα. Η αρετή, κατά την Ελληνική φιλοσοφική παράδοση, θεωρείτο ως γενική αξία και ως πλήρωση της ανθρώπινης εντελέχειας, δηλαδή ως πλήρωση εκείνων των δυνατοτήτων που συμπεριλαμβάνουν την νόηση και συναποτελούν φυσική ιδιότητα όλων των ανθρώπων. Ο πολιτισμός, υπό την έννοια της κοινωνικής και πολιτικής αποστολής, έχει ως κύριο μέλημά του την εξασφάλιση των απαιτούμενων όρων για την ανάπτυξη των ανθρώπινων όντων. Ως σύστημα εκπαίδευσης, ο πολιτισμός ή παιδεία δοκιμάζεται από τον ρόλο που προσδίδει στην επιστήμη, την τέχνη και τους άλλους θεσμούς εν γένει, μηδέ εξαιρουμένου και του τρόπου του κυβερνάν. Η επιτυχία της παιδείας μετριέται με τον βαθμό της συνάρθρωσης των ανθρώπινων αρετών και την προαγωγή τους ως μία σταθερή ενότητα που εξασφαλίζει την αρμονία της ανθρώπινης προσωπικότητας. Οι Έλληνες είχαν επίγνωση της ιδέας της αρετής ως αξία που διατηρεί την πολιτική ευημερία. Είχαν επίγνωση των δυσκολιών που συχνά παρεμπόδιζαν του πολίτες στην προσπάθειά τους να καταξιωθούν του ανώτατου επιπέδου ανάπτυξης που είναι η καλοκαγαθία. Όμως η πρόοδος, κατά την πορεία της πλήρωσης των ανθρώπινων όντων, απαιτεί τη συνεχή συνεργασία και της επιστήμης και της τέχνης και της πράξης. Κάθε μία, με τον δικό της τρόπο ενεργείας και συνεργασίας, είναι ακριβώς αυτό που προσφέρει σε κάθε πολιτικό σύστημα την όποια αξία διεκδικεί. Κατά συνέπεια, πολιτική ηγεσία, καθώς τόνισαν ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης, είναι η υψίστη, η «αρχιτεκτονική» τέχνη, εκεί που ο Λόγος και της τέχνης και της επιστήμης συναπάντιουνται ως φιλοσοφία.
Σε συνέχεια θα σχολιάσω τον ρόλο της τεχνολογίας για τη διαμόρφωση των αξιών στη σύγχρονη εποχή. Δεν υπάρχει αμφιβολία για τα καταπληκτικά επιτεύγματα της τεχνολογίας και της επίδρασής των στις ανθρώπινες σχέσεις. Παρ' όλα αυτά ή τεράστια εξάπλωσή της δεν θα μπορούσε να συμβεί στην εποχή μας χωρίς τις νέες ανακαλύψεις της επιστήμης και τις εφαρμογές τους για την εξυπηρέτηση των συνεχώς προβαλλομένων αναγκών. Με δεδομένη αυτή την πρακτική λειτουργία της τεχνολογίας ως επιχείρησης, ο πολιτιστικός ρόλος της παραμένει περιορισμένος στο να παρέχει λύσεις σε βασικές ανάγκες. Αν και συμβάλλει στη διάδοση της ευμάρειας τη καθημερινότητας, παραμένει εξίσου συνδεδεμένη στη συναφή υπηρεσία της θήρας του κέρδους, από τη βιομηχανία και το κατεστημένο των επιχειρήσεων. Αναμφίβολα, υπάρχει αμοιβαία συνεργασία μεταξύ επιστήμης και τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρήσεων, καθώς διευκολύνουν την επικοινωνία, ανοίγουν νέες ευκαιρίες εργασίας, διευρύνουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα με τα οποία, οφείλουμε να προσθέσουμε, αναπτύσσονται νέοι τρόποι διεθνούς συνεργασίας και συναγωνισμού.
Το βασικό ερώτημα τώρα τίθεται ως εξής: Είναι σε θέση η τεχνολογία να δημιουργήσει οικουμενικές αξίες;
Διερευνώντας το ερώτημα και τα σχετιζόμενα προβλήματα, διαπιστώνουμε αμέσως μια βασική δυσκολία. Η δυσκολία αυτή ανακύπτει ευθύς ως παρατηρήσουμε ότι οι αξίες της τεχνολογίας, στις συνεχώς αναφυόμενες απαιτήσεις για την ικανοποίηση αναγκών, ακόμα και όταν ανταποκρίνονται σε κάποια κριτήρια, δεν αναγνωρίζονται ως γενικές και διαχρονικές αξίες με κύρος για όλους τους ανθρώπους παντού και πάντοτε. Δεν είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε το λόγο γιατί οι αξίες που προβάλλει η τεχνολογία δεν αποκτούν οικουμενικό κύρος όσο και αν η τεχνολογία εξυπηρετεί διάφορες βασικές ανάγκες με ποικίλους τρόπους. Η γοητεία που ασκούν οφείλεται στο ότι αποτελούν μέσα για άλλες σκοπιμότητες και άλλες ανώτερες αξίες.
Οι φιλόσοφοι της Ελλάδος ορθά διέκριναν μεταξύ αξιών που ανήκουν μόνο στα μέσα και αξιών που θεωρούνται αποκλειστικά ως τελικοί σκοποί. Νομίζω ότι η έκφραση “ανθρώπινες αξίες” στον τίτλο του σημερινού Συμποσίου αναφέρεται σε αξίες οικουμενικές και απώτατες. Χωρίς αυτή τη διάκριση η αναφορά σε “ανθρώπινες αξίες” χάνει την ουσιαστική σημασία της. Αυτό που μας απασχολεί, νομίζω, ιδίως όταν ζητούμε τη συμπαράσταση της επιστημονικής έρευνας, είναι ακριβώς αν υπάρχουν αξίες ταυτόχρονα απώτατες και οικουμενικές. Ως εκ τούτου αν η τεχνολογία ούτε δύναται ούτε είναι σε θέση να προτείνει τέτοιες αξίες, επιβάλλεται να επιμείνουμε στο ερώτημα μας για την ενδεχόμενη εύρεση της πηγής τέτοιων αξιών. Όποια κι αν είναι η απάντηση, θα ήταν εξίσου φενάκη να υποτιμήσουμε τη θέση της τεχνολογίας στα ανθρώπινα πράγματα. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας.
Η τεχνολογία αναπόφευκτα προμηθεύει κυρίως μια ποικιλία αξιών ως μέσα. Κατά συνέπεια, δεν είναι σε θέση ούτε και δύναται τελικά να λειτουργεί ως πηγή απώτατων και οικουμενικών αξιών. Επομένως, οι “ανθρώπινες” αξίες, κατά τον τρόπο που τις ορίσαμε, θα πρέπει να πηγάζουν από αλλού. Η διαπίστωση ότι υπάρχει μια τέτοια πηγή αποτελεί βασική απαίτηση για την εποχή μας, ιδίως εξαιτίας των συνεχών κρίσεων που έχει υποστεί η ανθρωπότητα καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας της. Το πρόβλημα έχει λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις στην εποχή μας, ιδίως ύστερα από τους δύο παγκοσμίους πολέμους του περασμένου αιώνα και της συνεχούς μόλυνσης του περιβάλλοντος, που έχει χειροτερεύσει με τον ερχομό της νέας χιλιετηρίδας. Ας προσθέσουμε σε αυτά και την διαρκή διαμάχη ανάμεσα στα πολύπλοκα διεθνή και τοπικά αντικρουόμενα συμφέροντα, παράλληλα με τα προβλήματα της παγκοσμιοποίησης και της εξεύρεσης λύσεων στα νέα αδιέξοδα που δημιουργούν οι τέτοιες εξελίξεις.
Η επιστήμη έχει θεωρηθεί, ιδίως από τα μέσα του περασμένου αιώνα, ως ουδέτερη προς τα αξιολογικά προβλήματα. Πιθανό να ευσταθεί η τέτοια επιχειρηματολογία, όμως οι επιπτώσεις και οι συνέπειές της εγείρουν άμεσα αμφισβήτηση. Η πολιτική της τεχνολογίας, ως φορέας που προσδέχεται και εκμεταλλεύεται τις επιστημονικές ανακαλύψεις, κατά κανόνα καταλήγει να ευθυγραμμίζεται με την πολιτική της ισχύος και του κέρδους. Μπρος στην τέτοια ελλατωματικότητα, επιβάλλεται να στραφούμε σε άλλη κατεύθυνση, στην έννοια το πολιτισμού. Και εδώ ακόμη συναντούμε προβλήματα όταν αφήνουμε ανεξέταστη την αποστολή της εκπαίδευσης ως συμπαραστάτη για την εξεύρεση πηγής οικουμενικών αξιών. Ας εξετάσουμε την περίπτωση της ιστορικής ρευστότητας των πολιτισμικών αξιών. Μια σύγχρονη κυρίαρχη άποψη θεωρεί τον πολιτισμό κυρίως ως φαινόμενο σε διαρκή αλλαγή. Πως λοιπόν είναι δυνατόν να διαπιστώσουμε την ύπαρξη οικουμενικών αξιών και αυτοσκοπών για την πιθανώς επερχόμενη παγκόσμια κοινωνία όταν η έννοια του πολιτισμού γίνεται δέσμια των δυνάμεων της τεχνολογίας που επιφέρουν την αδιάκοπη αλλαγή; Ρίχνοντας λάδι στη φωτιά, η ίδια η ποικιλομορφία των δυνάμεων αυτών συνεχίζει να ενεργεί ως αποσταθεροποιητικός παράγων.
Ας επιστρέψουμε στην επιστήμη ως τη λογική έρευνα της φύσης των όντων και όλων των αντικειμένων, συμπεριλαμβανομένης και της ανθρώπινης φύσης. Η ιδιάζουσα λογική σταθερότητα που χαρακτηρίζει την επιστήμη είναι η εμπιστοσύνη της στην ανθρώπινη νόηση. Αυτή και μόνη, στην πλήρη της έκφραση, είναι μία από τις απώτατες αξίες μας, αν και ο επιστημονικός νους δεν ασκεί έλεγχο πάνω στις εφαρμογές της. Ως χρήσεις, βρίσκονται πέρα από την επιστημονική θήρα της αλήθειας, ακόμη και όταν οι εφαρμογές οι ίδιες υποβάλλονται σε επιστημονική εξέταση.
Υπάρχει και άλλος χώρος προβλημάτων πέρα από εκείνες τις δυνάμεις που επηρεάζουν τη συμπεριφορά και τις βουλήσεις μας. Πρόκειται για ένα παλιό και πολύπλοκο μέρος της ανθρώπινης συμπεριφοράς που δοκιμάζει συνεχώς την αυτογνωσία μας. Παραμένουμε υποκείμενα των αυθαίρετων εκρήξεων των παθών, πέρα από την χρησιμότητά τους για επιβίωση, ηδονή και αυτοπροβολή στη ζωή. Με τον δικό της αναπόφευκτο τρόπο, η παθητική φύση της ύπαρξής μας ασκεί τη δική της επιβολή στη δημιουργία και καλλιέργεια αξιών, μερικές ωφέλιμες, άλλες ασταθείς, κάποιες ιδιαίτερα πολύτιμες, και που σε κάποιες περιστάσεις μας οδηγούν άλλοτε σε καταστροφές και άλλοτε σε εκστασιασμούς ποιητικών εξάρσεων και ηρωικών πράξεων. Παρόλα αυτά, είναι η σκοτεινή τους φύση που μας κάνει δικαιωματικά να υποψιαζόμαστε τις επιδράσεις των παθών. Μόνο χάρη στην αντικειμενικότητα του λογικού τα πάθη τελικά μπορούν να αποκτούν μια έννομη θέση στη διαμόρφωση γενικών αξιών. Και διερωτώμαι αν τα πάθη μπορούν να λειτουργούν πράγματι ως πηγή υψίστων αξιών. Οι επιστήμες κάνουν το καλύτερο που μπορούν ώστε να κατανοήσουν το δυναμισμό των παθών, αλλά ο έλεγχος και η μετατροπή τους σε δημιουργικούς παράγοντες λανθάνει του ελέγχου της επιστημονικής πράξης, παρά τη συμβολή των ιατρικών γνώσεων. Στο σημείο αυτό η Ελληνική κληρονομιά, ως παιδεία και φιλοσοφία, εξακολουθεί να βρίσκει διαχρονικά τη δικαίωση της αρετολογίας της.
Έρχομαι τώρα στο κύριο ερώτημα. Μπορούμε άραγε να πάμε πίσω, ή καλύτερα να επαναφέρουμε τις οικουμενικές αξίες του Ελληνικού Νου και την ύψιστη αποστολή τους, όπως τις θεμελίωσαν με βάση την έλλογη θεωρία για τη φύση του ανθρώπου; Αναλογίζεται κανείς, στο σημείο αυτό, την Πολιτεία του Πλάτωνα και το Περί Ψυχής τους Αριστοτέλους, τις τραγωδίες των δραματικών ποιητών και τα έπη του Ομήρου. Αν η νεότερη και η σύγχρονη επιστήμη εξακολουθούν να προσυπογράφουν στη θεωρία για τη συνεχή αλλοίωση της ανθρώπινης φύσης, το συμπέρασμα που κατ’ ανάγκη ακολουθεί είναι ότι η Ελληνική παράδοση περί απώτατων αξιών με διαχρονική φερεγγυότητα είναι απλώς και αναπόφευκτα ξεπερασμένη.
Το ίδιο ισχύει και για τη θεωρία τους για την ανθρώπινη φύση. Αν η τέτοια άποψη ευσταθεί, δεν υπάρχει χώρος για τους αρχαίους σοφούς στη σύγχρονη ζωή ούτε και λόγος να περιμένουμε να αποκομίσουμε κάποιο κέρδος από μιαν άλλη ακόμα “αναγέννηση” της κλασικής παράδοσης. Αυτό μας θυμίζει τον Nietzsche ως τον αντιπροσωπευτικό υπερασπιστή των νεότερων απόψεων. Αν ισχύει η άποψη του Nietzsche, όλες οι θετικές αξίες υπόκεινται σε συνεχή επανεξέταση και ανασύσταση. Επιπλέον, αν η εξελικτική αντίληψη πάρει τις διαστάσεις απολύτου θέσης, πέρα από τις βιολογικές προδιαγραφές που όρισε ο Δαρβίνος, και σε προέκταση ερμηνεύει ότι ισχύει για όλο τον ανθρώπινο βίο, τη νόηση και τη φερεγγυότητα του Λόγου, το ίδιο συμπέρασμα ισχύει. Το δόγμα του ιστορισμού και της σχετικότητας των αξιών εξακολουθεί να κερδίζει έδαφος και να αποκτά οπαδούς. Για άλλους όμως, η σταθερότητα της ανθρώπινης φύσης, με τον τρόπο που οι Έλληνες την εννοούσαν, παραμένει η μόνη ορθή προϋπόθεση για τη λογική διατύπωση των οικουμενικών αξιών.
Αν είμαστε έτοιμοι να παραδεχθούμε ότι η Αριστοτελική θέση περί εντελέχειας είναι πράγματι λανθασμένη ή και ψευδής, τότε ή μόνη επιλογή που μας απομένει είναι να δηλώσουμε ως ματαιοπονία την αναζήτηση σταθερών αρχών και οικουμενικών αξιών. Όμως χωρίς την Ελληνική θεώρηση βίου, η ηθική συνεχώς θα παραμένει διεζευγμένη από την πολιτική και αμφότερες από την έλλογη χρήση της τεχνολογίας, ώστε να προλαμβάνεται η παρεκτροπή της σε αβυσσαλέα τεχνοκρατία και σε νέα μορφή τυραννίας. Η ιστορία των πολιτικών αυθαιρεσιών έχει επανειλημμένα καταδείξει ότι η κακή χρήση και απουσία του ορθού λόγου πάντα καταλήγει να νομιμοποιεί την ισχύ ως ύπατο στόχο και ως κορυφαία αυθεντία αξιών. Και διερωτώμαι: Μήπως η τέτοια θεσμική ροπή, καθώς συνεχίζει να επιβάλλεται, προαναγγέλλει έναν νέο είδος μεσαίωνα; Ποιος ξέρει.
Σε συνέχεια θα σχολιάσω τον ρόλο της τεχνολογίας για τη διαμόρφωση των αξιών στη σύγχρονη εποχή. Δεν υπάρχει αμφιβολία για τα καταπληκτικά επιτεύγματα της τεχνολογίας και της επίδρασής των στις ανθρώπινες σχέσεις. Παρ' όλα αυτά ή τεράστια εξάπλωσή της δεν θα μπορούσε να συμβεί στην εποχή μας χωρίς τις νέες ανακαλύψεις της επιστήμης και τις εφαρμογές τους για την εξυπηρέτηση των συνεχώς προβαλλομένων αναγκών. Με δεδομένη αυτή την πρακτική λειτουργία της τεχνολογίας ως επιχείρησης, ο πολιτιστικός ρόλος της παραμένει περιορισμένος στο να παρέχει λύσεις σε βασικές ανάγκες. Αν και συμβάλλει στη διάδοση της ευμάρειας τη καθημερινότητας, παραμένει εξίσου συνδεδεμένη στη συναφή υπηρεσία της θήρας του κέρδους, από τη βιομηχανία και το κατεστημένο των επιχειρήσεων. Αναμφίβολα, υπάρχει αμοιβαία συνεργασία μεταξύ επιστήμης και τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρήσεων, καθώς διευκολύνουν την επικοινωνία, ανοίγουν νέες ευκαιρίες εργασίας, διευρύνουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα με τα οποία, οφείλουμε να προσθέσουμε, αναπτύσσονται νέοι τρόποι διεθνούς συνεργασίας και συναγωνισμού.
Το βασικό ερώτημα τώρα τίθεται ως εξής: Είναι σε θέση η τεχνολογία να δημιουργήσει οικουμενικές αξίες;
Διερευνώντας το ερώτημα και τα σχετιζόμενα προβλήματα, διαπιστώνουμε αμέσως μια βασική δυσκολία. Η δυσκολία αυτή ανακύπτει ευθύς ως παρατηρήσουμε ότι οι αξίες της τεχνολογίας, στις συνεχώς αναφυόμενες απαιτήσεις για την ικανοποίηση αναγκών, ακόμα και όταν ανταποκρίνονται σε κάποια κριτήρια, δεν αναγνωρίζονται ως γενικές και διαχρονικές αξίες με κύρος για όλους τους ανθρώπους παντού και πάντοτε. Δεν είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε το λόγο γιατί οι αξίες που προβάλλει η τεχνολογία δεν αποκτούν οικουμενικό κύρος όσο και αν η τεχνολογία εξυπηρετεί διάφορες βασικές ανάγκες με ποικίλους τρόπους. Η γοητεία που ασκούν οφείλεται στο ότι αποτελούν μέσα για άλλες σκοπιμότητες και άλλες ανώτερες αξίες.
Οι φιλόσοφοι της Ελλάδος ορθά διέκριναν μεταξύ αξιών που ανήκουν μόνο στα μέσα και αξιών που θεωρούνται αποκλειστικά ως τελικοί σκοποί. Νομίζω ότι η έκφραση “ανθρώπινες αξίες” στον τίτλο του σημερινού Συμποσίου αναφέρεται σε αξίες οικουμενικές και απώτατες. Χωρίς αυτή τη διάκριση η αναφορά σε “ανθρώπινες αξίες” χάνει την ουσιαστική σημασία της. Αυτό που μας απασχολεί, νομίζω, ιδίως όταν ζητούμε τη συμπαράσταση της επιστημονικής έρευνας, είναι ακριβώς αν υπάρχουν αξίες ταυτόχρονα απώτατες και οικουμενικές. Ως εκ τούτου αν η τεχνολογία ούτε δύναται ούτε είναι σε θέση να προτείνει τέτοιες αξίες, επιβάλλεται να επιμείνουμε στο ερώτημα μας για την ενδεχόμενη εύρεση της πηγής τέτοιων αξιών. Όποια κι αν είναι η απάντηση, θα ήταν εξίσου φενάκη να υποτιμήσουμε τη θέση της τεχνολογίας στα ανθρώπινα πράγματα. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας.
Η τεχνολογία αναπόφευκτα προμηθεύει κυρίως μια ποικιλία αξιών ως μέσα. Κατά συνέπεια, δεν είναι σε θέση ούτε και δύναται τελικά να λειτουργεί ως πηγή απώτατων και οικουμενικών αξιών. Επομένως, οι “ανθρώπινες” αξίες, κατά τον τρόπο που τις ορίσαμε, θα πρέπει να πηγάζουν από αλλού. Η διαπίστωση ότι υπάρχει μια τέτοια πηγή αποτελεί βασική απαίτηση για την εποχή μας, ιδίως εξαιτίας των συνεχών κρίσεων που έχει υποστεί η ανθρωπότητα καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας της. Το πρόβλημα έχει λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις στην εποχή μας, ιδίως ύστερα από τους δύο παγκοσμίους πολέμους του περασμένου αιώνα και της συνεχούς μόλυνσης του περιβάλλοντος, που έχει χειροτερεύσει με τον ερχομό της νέας χιλιετηρίδας. Ας προσθέσουμε σε αυτά και την διαρκή διαμάχη ανάμεσα στα πολύπλοκα διεθνή και τοπικά αντικρουόμενα συμφέροντα, παράλληλα με τα προβλήματα της παγκοσμιοποίησης και της εξεύρεσης λύσεων στα νέα αδιέξοδα που δημιουργούν οι τέτοιες εξελίξεις.
Η επιστήμη έχει θεωρηθεί, ιδίως από τα μέσα του περασμένου αιώνα, ως ουδέτερη προς τα αξιολογικά προβλήματα. Πιθανό να ευσταθεί η τέτοια επιχειρηματολογία, όμως οι επιπτώσεις και οι συνέπειές της εγείρουν άμεσα αμφισβήτηση. Η πολιτική της τεχνολογίας, ως φορέας που προσδέχεται και εκμεταλλεύεται τις επιστημονικές ανακαλύψεις, κατά κανόνα καταλήγει να ευθυγραμμίζεται με την πολιτική της ισχύος και του κέρδους. Μπρος στην τέτοια ελλατωματικότητα, επιβάλλεται να στραφούμε σε άλλη κατεύθυνση, στην έννοια το πολιτισμού. Και εδώ ακόμη συναντούμε προβλήματα όταν αφήνουμε ανεξέταστη την αποστολή της εκπαίδευσης ως συμπαραστάτη για την εξεύρεση πηγής οικουμενικών αξιών. Ας εξετάσουμε την περίπτωση της ιστορικής ρευστότητας των πολιτισμικών αξιών. Μια σύγχρονη κυρίαρχη άποψη θεωρεί τον πολιτισμό κυρίως ως φαινόμενο σε διαρκή αλλαγή. Πως λοιπόν είναι δυνατόν να διαπιστώσουμε την ύπαρξη οικουμενικών αξιών και αυτοσκοπών για την πιθανώς επερχόμενη παγκόσμια κοινωνία όταν η έννοια του πολιτισμού γίνεται δέσμια των δυνάμεων της τεχνολογίας που επιφέρουν την αδιάκοπη αλλαγή; Ρίχνοντας λάδι στη φωτιά, η ίδια η ποικιλομορφία των δυνάμεων αυτών συνεχίζει να ενεργεί ως αποσταθεροποιητικός παράγων.
Ας επιστρέψουμε στην επιστήμη ως τη λογική έρευνα της φύσης των όντων και όλων των αντικειμένων, συμπεριλαμβανομένης και της ανθρώπινης φύσης. Η ιδιάζουσα λογική σταθερότητα που χαρακτηρίζει την επιστήμη είναι η εμπιστοσύνη της στην ανθρώπινη νόηση. Αυτή και μόνη, στην πλήρη της έκφραση, είναι μία από τις απώτατες αξίες μας, αν και ο επιστημονικός νους δεν ασκεί έλεγχο πάνω στις εφαρμογές της. Ως χρήσεις, βρίσκονται πέρα από την επιστημονική θήρα της αλήθειας, ακόμη και όταν οι εφαρμογές οι ίδιες υποβάλλονται σε επιστημονική εξέταση.
Υπάρχει και άλλος χώρος προβλημάτων πέρα από εκείνες τις δυνάμεις που επηρεάζουν τη συμπεριφορά και τις βουλήσεις μας. Πρόκειται για ένα παλιό και πολύπλοκο μέρος της ανθρώπινης συμπεριφοράς που δοκιμάζει συνεχώς την αυτογνωσία μας. Παραμένουμε υποκείμενα των αυθαίρετων εκρήξεων των παθών, πέρα από την χρησιμότητά τους για επιβίωση, ηδονή και αυτοπροβολή στη ζωή. Με τον δικό της αναπόφευκτο τρόπο, η παθητική φύση της ύπαρξής μας ασκεί τη δική της επιβολή στη δημιουργία και καλλιέργεια αξιών, μερικές ωφέλιμες, άλλες ασταθείς, κάποιες ιδιαίτερα πολύτιμες, και που σε κάποιες περιστάσεις μας οδηγούν άλλοτε σε καταστροφές και άλλοτε σε εκστασιασμούς ποιητικών εξάρσεων και ηρωικών πράξεων. Παρόλα αυτά, είναι η σκοτεινή τους φύση που μας κάνει δικαιωματικά να υποψιαζόμαστε τις επιδράσεις των παθών. Μόνο χάρη στην αντικειμενικότητα του λογικού τα πάθη τελικά μπορούν να αποκτούν μια έννομη θέση στη διαμόρφωση γενικών αξιών. Και διερωτώμαι αν τα πάθη μπορούν να λειτουργούν πράγματι ως πηγή υψίστων αξιών. Οι επιστήμες κάνουν το καλύτερο που μπορούν ώστε να κατανοήσουν το δυναμισμό των παθών, αλλά ο έλεγχος και η μετατροπή τους σε δημιουργικούς παράγοντες λανθάνει του ελέγχου της επιστημονικής πράξης, παρά τη συμβολή των ιατρικών γνώσεων. Στο σημείο αυτό η Ελληνική κληρονομιά, ως παιδεία και φιλοσοφία, εξακολουθεί να βρίσκει διαχρονικά τη δικαίωση της αρετολογίας της.
Έρχομαι τώρα στο κύριο ερώτημα. Μπορούμε άραγε να πάμε πίσω, ή καλύτερα να επαναφέρουμε τις οικουμενικές αξίες του Ελληνικού Νου και την ύψιστη αποστολή τους, όπως τις θεμελίωσαν με βάση την έλλογη θεωρία για τη φύση του ανθρώπου; Αναλογίζεται κανείς, στο σημείο αυτό, την Πολιτεία του Πλάτωνα και το Περί Ψυχής τους Αριστοτέλους, τις τραγωδίες των δραματικών ποιητών και τα έπη του Ομήρου. Αν η νεότερη και η σύγχρονη επιστήμη εξακολουθούν να προσυπογράφουν στη θεωρία για τη συνεχή αλλοίωση της ανθρώπινης φύσης, το συμπέρασμα που κατ’ ανάγκη ακολουθεί είναι ότι η Ελληνική παράδοση περί απώτατων αξιών με διαχρονική φερεγγυότητα είναι απλώς και αναπόφευκτα ξεπερασμένη.
Το ίδιο ισχύει και για τη θεωρία τους για την ανθρώπινη φύση. Αν η τέτοια άποψη ευσταθεί, δεν υπάρχει χώρος για τους αρχαίους σοφούς στη σύγχρονη ζωή ούτε και λόγος να περιμένουμε να αποκομίσουμε κάποιο κέρδος από μιαν άλλη ακόμα “αναγέννηση” της κλασικής παράδοσης. Αυτό μας θυμίζει τον Nietzsche ως τον αντιπροσωπευτικό υπερασπιστή των νεότερων απόψεων. Αν ισχύει η άποψη του Nietzsche, όλες οι θετικές αξίες υπόκεινται σε συνεχή επανεξέταση και ανασύσταση. Επιπλέον, αν η εξελικτική αντίληψη πάρει τις διαστάσεις απολύτου θέσης, πέρα από τις βιολογικές προδιαγραφές που όρισε ο Δαρβίνος, και σε προέκταση ερμηνεύει ότι ισχύει για όλο τον ανθρώπινο βίο, τη νόηση και τη φερεγγυότητα του Λόγου, το ίδιο συμπέρασμα ισχύει. Το δόγμα του ιστορισμού και της σχετικότητας των αξιών εξακολουθεί να κερδίζει έδαφος και να αποκτά οπαδούς. Για άλλους όμως, η σταθερότητα της ανθρώπινης φύσης, με τον τρόπο που οι Έλληνες την εννοούσαν, παραμένει η μόνη ορθή προϋπόθεση για τη λογική διατύπωση των οικουμενικών αξιών.
Αν είμαστε έτοιμοι να παραδεχθούμε ότι η Αριστοτελική θέση περί εντελέχειας είναι πράγματι λανθασμένη ή και ψευδής, τότε ή μόνη επιλογή που μας απομένει είναι να δηλώσουμε ως ματαιοπονία την αναζήτηση σταθερών αρχών και οικουμενικών αξιών. Όμως χωρίς την Ελληνική θεώρηση βίου, η ηθική συνεχώς θα παραμένει διεζευγμένη από την πολιτική και αμφότερες από την έλλογη χρήση της τεχνολογίας, ώστε να προλαμβάνεται η παρεκτροπή της σε αβυσσαλέα τεχνοκρατία και σε νέα μορφή τυραννίας. Η ιστορία των πολιτικών αυθαιρεσιών έχει επανειλημμένα καταδείξει ότι η κακή χρήση και απουσία του ορθού λόγου πάντα καταλήγει να νομιμοποιεί την ισχύ ως ύπατο στόχο και ως κορυφαία αυθεντία αξιών. Και διερωτώμαι: Μήπως η τέτοια θεσμική ροπή, καθώς συνεχίζει να επιβάλλεται, προαναγγέλλει έναν νέο είδος μεσαίωνα; Ποιος ξέρει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου